Στο Κουβέιτ, στο νησί Φαϊλάκα, είχε ιδρυθεί από τον Μέγα Αλέξανδρο μια ελληνική πόλη με το όνομα «Ίκαρος».
Τα ευρήματα που ήρθαν στο φως τις τελευταίες δεκαετίες από τους αρχαιολόγους αναδεικνύουν τον ελληνικό της χαρακτήρα. Το όνομα Φαϊλάκα θεωρείται ότι προέρχεται από την ελληνική λέξη Φυλάκιο (fylakio).
Σύμφωνα με τον Αρριανό, στο «Αλεξάνδρου Ανάβασις», όταν ο Μέγας Αλέξανδρος επέστρεφε στη Βαβυλώνα από την εκστρατεία του στην Ινδία, συνειδητοποίησε την στρατηγική σημασία του νησιού, απέναντι από τις εκβολές του Τίγρη και του Ευφράτη εγκαθιστώντας εκεί μία φρουρά. Έδωσε στο νησί το όνομα «Ίκαρος» το οποίο χρησιμοποιήθηκε και για την ελληνική πόλη που ιδρύθηκε εκεί, σύμφωνα με αναφορές. Στο τέλος ωστόσο επικράτησε το όνομα Φαϊλάκα. Η Φαϊλάκα έχει έκταση 24 τετραγωνικά χιλιόμετρα και βρίσκεται στην είσοδο του Περσικού κόλπου.
Μία κοινή Δανό – Κουβετιανή ανασκαφική ομάδα από το Μουσείο Mosgard, που επιχειρεί στο νησί έφερε στο φως έναν ναό 4.000 ετών της Εποχής του Χαλκού, ο οποίος συνδέεται με τον πρώιμο πολιτισμό του Ντιλμούν (3.200 έως 320 π.Χ.).
Ο πολιτισμός Ντιλμούν
O πολιτισμός Ντιλμούν, που χαρακτηρίζεται ως το σημείο «από όπου ανατέλλει ο ήλιος» και «η γη των ζωντανών», αποτελεί έναν από τους αρχαιότερους πολιτισμούς στον κόσμο. Βρίσκεται στο ανατολικό άκρο της Αραβικής Χερσονήσου. Το αρχιπέλαγος του Κόλπου, πλέον Βασίλειο του Μπαχρέιν, ήταν η κοιτίδα της πρωτεύουσας του Ντιλμούν.
Η πλεονεκτική θέση του σημείου, έδωσε στον πολιτισμό του Ντιλμούν τη δυνατότητα να εξελιχθεί σε σημαντικό εμπορικό κέντρο κυριαρχώντας στις εμπορικές διαδρομές του Περσικού Κόλπου.
Παρά την σημασία και την μακρόχρονη ιστορία του, ο πολιτισμός Ντιλμούν εξακολουθεί να θεωρείται ένα από τα μεγαλύτερα μυστήρια της ιστορίας, καθώς ελάχιστα είναι γνωστά σχετικά με αυτόν. Την ανακάλυψη, ανακοίνωσε το εθνικό συμβούλιο για τον πολιτισμό, τις τέχνες και τα γράμματα του Κουβέιτ.
Σύμφωνα με τους εκπροσώπους του συμβουλίου, η ανακάλυψη προέκυψε έπειτα από συνεχείς ανασκαφικές προσπάθειες στην ανατολική περιοχή του ανακτόρου και του ναού του Ντιλμούν.
Το συμβούλιο εξήγησε σε μια ανακοίνωση τύπου ότι η ανακάλυψη αυτή έγινε μετά από συνεχείς ανασκαφικές προσπάθειες στην ανατολική περιοχή του παλατιού και του ναού του Ντιλμούν, σε έναν λόφο γνωστό ως “F6”, ο οποίος ανάγεται στην πρώιμη περίοδο του πολιτισμού του Ντιλμούν (Διλμούνου) κατά την εποχή του Χαλκού.
Ίχνη του τοίχου που θεωρείται ότι αποτελούσε τμήμα του ίδιου υπόβαθρου που είχε και ο ναός, αποκαλύφθηκαν στον λόφο F6 σε προγενέστερες ανασκαφές, και χρονολογούνται μεταξύ του 1.900 και του 1.800 π.Χ. Πλέον έχει έρθει στο φως σύνολο του ναού, ένα κτίσμα 11 επί 11 μέτρα. Επιπλέον, ανακαλύφθηκαν πολλά τεχνουργήματα, ανάμεσά τους σφραγίδες και κεραμικά, τα οποία αποτελούν απόδειξη της σύνδεσης του ναού με τους ανθρώπους του πολιτισμού Ντιλμούν, έναν πληθυσμό της ανατολικής Αραβίας που μιλούσε μία Ανατολική – Σημιτική γλώσσα και είχε αναπτύξει πλούσια εμπορική δραστηριότητα.
Τα νεοανακαλυφθέντα ευρήματα βρέθηκαν κοντά σε άλλες σημαντικές δομές οι οποίες συνδέονται με τον αρχαίο αυτόν πολιτισμό, όπως το «Ανάκτορο» και τον «Ναό του Ντιλμούν», που σημαίνει ότι, αυτός ήταν ο δεύτερος ναός που έρχεται στο φως των ανασκαφών στην περιοχή.
Ο επικεφαλής της Δανικής αρχαιολογικής αποστολής στο Κουβέιτ, Δρ. Stefan Larsen, είπε ότι, η σπουδαία αυτή ανακάλυψη, αποτελεί μία πρωτοπορία στην κατανόηση των θρησκευτικών πρακτικών της περιοχής.
Σύμφωνα με την εφημερίδα Kuwait Times, ο Δρ. Hassan Ashkenani, καθηγητής Αρχαιολογίας και Ανθρωπολογίας στο πανεπιστήμιο του Κουβέιτ, τονίζει ότι, η ανακάλυψη του ναού, δίπλα στο μεγάλο κτίριο διοίκησης, υποδηλώνει τη σημασία του χώρου, ως θρησκευτικού και διοικητικού κέντρου του αρχαίου βασιλείου.
To συμβούλιο του Κουβέιτ για τον πολιτισμό, τις τέχνες και τα γράμματα, σε δελτίο τύπου τόνισε ότι η ομάδα των αρχαιολόγων, ολοκλήρωσε με επιτυχία την περίοδο μελέτης του 2024, σε συνέχεια της περιόδου 2022 -2023.