ΑΠΟ ΤΟ 2025 ΞΕΧΑΣΤΕ ΤΟ ΑΦΘΟΝΟ ΝΕΡΟ: ΞΕΚΙΝΟΥΝ ΝΕΕΣ ΥΨΗΛΟΤΕΡΕΣ ΧΡΕΩΣΕΙΣ ΣΕ ΠΕΡΙΟΔΟΥΣ ΜΕ ΜΕΓΑΛΗ ΚΑΤΑΝΑΛΩΣΗ

ΑΝΑΛΟΓΑ ΜΕ ΤΗ ΔΙΑΘΕΣΙΜΟΤΗΤΑ ΤΟΥ ΥΔΑΤΟΣ ΚΑΙ ΣΤΟ ΒΑΘΟΣ… ΙΔΙΩΤΙΚΟΠΟΙΗΣΗ

Τον δρόμο για αυξήσεις στα τιμολόγια του νερού από το 2025 ανοίγει η Κοινή Υπουργική Απόφαση, η οποία εκδόθηκε πριν από λίγο καιρό. Η απόφαση ορίζει διαφορετικές τιμές ανά περιοχή και ανά κοινωνική ομάδα, εισάγει την κλιμακωτή χρέωση ανάλογα με την κατανάλωση νερού, ενώ προβλέπει την τοποθέτηση υδρομέτρων στα χωράφια.

Με την παρατεταμένη ανομβρία και πολλές περιοχές της χώρας να αντιμετωπίζουν συνθήκες λειψυδρίας, πρέπει να θεωρείται δεδομένο ότι τα τιμολόγια θα αυξηθούν. Παράλληλα, οι πάροχοι δύνανται να εφαρμόζουν σύστημα εποχικής τιμολόγησης, με υψηλότερες χρεώσεις σε περιόδους με μεγάλη κατανάλωση, ανάλογα με τη διαθεσιμότητα του ύδατος.

Αναλυτικά, η ΚΥΑ των υπουργών Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών, Εσωτερικών, Περιβάλλοντος και Ενέργειας και Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, με τίτλο «Καθορισμός γενικών κανόνων κοστολόγησης και τιμολόγησης υπηρεσιών ύδατος, μέτρα βελτίωσης αυτών. Διαδικασίες και μέθοδος ανάκτησης κόστους των υπηρεσιών ύδατος στις διάφορες χρήσεις του», παρέχει τη δυνατότητα στην ΕΥΔΑΠ, στην ΕΥΑΘ και στις Δημοτικές Επιχειρήσεις Υδρευσης και Αποχέτευσης (ΔΕΥΑ) να καταρτίσουν και να καταθέσουν στη Ρυθμιστική Αρχή Αποβλήτων, Ενέργειας και Υδάτων (ΡΑΑΕΥ) τις προτάσεις τους για αναθεωρήσεις των τιμολογίων, τα οποία θα καθορίζονται ανά πενταετία, αρχής γενομένης από την επόμενη χρονιά.

Στο διάστημα αυτό, όμως, θα μπορούν να αναπροσαρμόζονται τιμαριθμικά ανά έτος, ενώ επιτρέπονται και πρόσθετες αυξήσεις μέσω έκτακτων αναθεωρήσεων των τιμών, εφόσον υφίστανται συγκεκριμένες προϋποθέσεις.

Κοινωνικές συνθήκες
Για τον προσδιορισμό των τιμολογίων των παρεχόμενων υπηρεσιών ύδατος, οι πάροχοι λαμβάνουν υπόψη τις κοινωνικές, περιβαλλοντικές, γεωγραφικές, κλιματολογικές και υδρογεωλογικές συνθήκες που επικρατούν στις περιοχές αρμοδιότητάς τους.

Δύναται να καθορίζεται ειδικό τιμολόγιο ύδρευσης ή αποχέτευσης για τους χρήστες, οι οποίοι εξυπηρετούνται με δίκτυο ανεξάρτητο από το κύριο δίκτυο του παρόχου, καθώς και για περιοχές όπου το χρηματοοικονομικό κόστος διαφοροποιείται σημαντικά.

Η ΚΥΑ ορίζει ως «χρηματοοικονομικό κόστος παρόχου υπηρεσιών ύδατος» το κόστος που προκύπτει για κάθε πάροχο υπηρεσιών ύδατος αποκλειστικά από τη δραστηριότητα παροχής των υπηρεσιών αυτών. Αντανακλά τη χρηματοοικονομική αποτίμηση του κόστους για όλα τα έργα, τις υποδομές και τις διαδικασίες που είναι απαραίτητα για την παροχή των υπηρεσιών ύδατος.

Στο χρηματοοικονομικό κόστος περιλαμβάνονται οι δαπάνες που είναι αναγκαίες για την παροχή των υπηρεσιών ύδατος, τη λειτουργία και τη συντήρηση του παρόχου των υπηρεσιών αυτών (κεφαλαιουχικές, λειτουργικές, συντήρησης και διοίκησης). Αντίστοιχα, ως «ανάκτηση χρηματοοικονομικού κόστους παρόχου υπηρεσιών ύδατος» ορίζεται το ποσοστό των εσόδων του παρόχου υπηρεσιών ύδατος από τη δραστηριότητα παροχής υπηρεσιών ύδατος επί του χρηματοοικονομικού κόστους για την παροχή των υπηρεσιών αυτών.

Ο τρόπος που θα εγκρίνεται η τιμολογιακή πολιτική
Η τιμολογιακή πολιτική θα εγκρίνεται σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις που διέπουν τον εκάστοτε πάροχο και αφού ληφθούν υπόψη οι συστάσεις ή οι ειδικά αιτιολογημένες αποφάσεις της ΡΑΑΕΥ. Η απόφαση έγκρισης κοινοποιείται στη Διεύθυνση Υδάτων της οικείας Αποκεντρωμένης Διοίκησης, στη Γενική Διεύθυνση Υδάτων του υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας και στη ΡΑΑΕΥ. Τα τιμολόγια των παρεχόμενων υπηρεσιών ύδατος για κάθε ρυθμιστική περίοδο (πενταετία) θα εγκρίνονται κατά το τελευταίο έτος της προηγούμενης περιόδου.

Η ποσοστιαία μεσοσταθμική αύξηση των τιμολογίων των χρηστών δεν μπορεί να υπερβαίνει αυτήν της μέσης ετήσιας μεταβολής του Εναρμονισμένου Δείκτη Τιμών Καταναλωτή που καταρτίζεται από την ΕΛ.ΣΤΑΤ. για το προηγούμενο ημερολογιακό έτος. Ωστόσο, οι πάροχοι υπηρεσιών δύνανται να εφαρμόζουν μεγαλύτερες αυξήσεις επί των τιμολογίων των υπηρεσιών ύδατος που παρέχουν, έπειτα από έγκριση της ΡΑΑΕΥ κατόπιν ειδικά αιτιολογημένου αιτήματος σύμφωνα με τη διαδικασία Εκτακτης Αναθεώρησης Χρηματοοικονομικού Κόστους. Το αίτημα των παρόχων για πρόσθετες αυξήσεις θα μπορεί να υποβληθεί εφόσον συντρέχουν μία ή περισσότερες από τις ακόλουθες περιπτώσεις: α) εάν ο πάροχος, κατά τη διάρκεια της ρυθμιστικής περιόδου, αντιμετωπίζει έκτακτες και σημαντικές δαπάνες λειτουργίας και συντήρησης, οι οποίες δεν θα μπορούσαν να είχαν προβλεφθεί κατά τον προσδιορισμό του χρηματοοικονομικού κόστους της εν λόγω περιόδου, β) εάν, λόγω εξωγενών παραγόντων, προκύπτει σημαντική περικοπή λειτουργικών δαπανών εντός της ρυθμιστικής περιόδου και γ) εάν μεταβληθούν σημαντικά τα οικονομικά, νομικά ή πραγματικά δεδομένα που είχαν ληφθεί υπόψη κατά τον προσδιορισμό του χρηματοοικονομικού κόστους.

Το αίτημα υποβάλλεται εγγράφως στη ΡΑΑΕΥ και περιλαμβάνει αναλυτική τεκμηρίωση των λόγων που καθιστούν αναγκαία την αναθεώρηση με παράθεση στοιχείων εξέλιξης των μεγεθών του χρηματοοικονομικού κόστους και αποτύπωση της απόκλισης των μεγεθών από τις αρχικά εγκεκριμένες τιμές, στοιχεία που να αποδεικνύουν ή να υποστηρίζουν ότι οι δαπάνες δεν ήταν εφικτό να είχαν προβλεφθεί και ότι, χωρίς τη ζητούμενη αναθεώρηση, ο οικονομικός αντίκτυπος για τον πάροχο θα ξεπερνούσε το 2% του ετήσιου χρηματοοικονομικού κόστους. Επίσης το αίτημα θα πρέπει να συνοδεύεται από αναλυτική εισήγηση με τα προτεινόμενα προς αναθεώρηση μεγέθη του χρηματοοικονομικού κόστους και εκτίμηση των επιπτώσεων στην ομαλή λειτουργία του παρόχου, σε περίπτωση που δεν γίνει δεκτό το αίτημα της έκτακτης αναθεώρησης. Η ΡΑΑΕΥ θα αξιολογεί το αίτημα του παρόχου έχοντας το δικαίωμα να ζητήσει πρόσθετα στοιχεία ή πληροφορίες και θα αποφασίζει εντός τεσσάρων μηνών για την αποδοχή ή την απόρριψή του, η οποία θα πρέπει να αιτιολογείται πλήρως.

Αλλες τιμές το καλοκαίρι και άλλες τον χειμώνα
Η ΚΥΑ ορίζει επίσης ότι κατόπιν σύμφωνης γνώμης της ΡΑΑΕΥ, που εκδίδεται έπειτα από αιτιολογημένο αίτημα, οι πάροχοι δύνανται να εφαρμόζουν σύστημα εποχικής τιμολόγησης, για τους χρήστες που παρουσιάζουν έντονη εποχική μεταβλητότητα στις ποσότητες ύδατος που καταναλώνουν. Βάσει του συστήματος αυτού θα εφαρμόζονται αυξημένες χρεώσεις τη χρονική περίοδο του έτους με ιδιαίτερα αυξημένη κατανάλωση ύδατος συγκριτικά με τις υπόλοιπες περιόδους του έτους. Κριτήριο για την εφαρμογή του συστήματος συνιστά, ιδίως, η διαθεσιμότητα ύδατος κατά τη χρονική περίοδο των ιδιαίτερα αυξημένων καταναλώσεων. Για παράδειγμα, σε περιοχές με έντονη τουριστική δραστηριότητα οι χρεώσεις θα είναι υψηλότερες τους θερινούς μήνες και χαμηλότερες τους χειμερινούς.

Η ΚΥΑ προβλέπει και ένα πρόσθετο χαράτσι σε όλους τους λογαριασμούς, το οποίο ονομάζει περιβαλλοντικό τέλος. Αποτελεί επιβάρυνση του κάθε χρήστη με βάση το κόστος της απόκλισης της κατάστασης των υδάτων, από την καλή κατάσταση, η οποία απαιτείται για τη βιώσιμη χρήση των υδατικών πόρων. Το τέλος θα εισπράττεται από τους παρόχους υπηρεσιών ύδατος μέσω των λογαριασμών και θα αποδίδεται στο Δημόσιο. Το ύψος του θα αποφασίζεται κάθε χρόνο από τις Διευθύνσεις Υδάτων των Αποκεντρωμένων Διοικήσεων, ενώ το περιβαλλοντικό τέλος θα είναι μικρότερο μόνο για τη Θεσσαλία.

Σταθερό και μεταβλητό τέλος
Ο τρόπος τιμολόγησης των τελικών χρηστών των υπηρεσιών ύδρευσης πραγματοποιείται με μεικτό σύστημα και βάσει της μεθόδου τιμολόγησης κατά αύξουσες κλίμακες. Τα τέλη, βάσει της μεθόδου αυτής, αποτελούνται από ένα σταθερό τέλος και ένα μεταβλητό τέλος ανά μονάδα όγκου ύδατος (ογκομετρική χρέωση ανά κυβικό μέτρο κατανάλωσης νερού).

Το σταθερό τέλος προσδιορίζεται με τρόπο ώστε να ανακτώνται οι εύλογες και αποδοτικές δαπάνες λειτουργίας που είναι αναγκαίες για την αδιάλειπτη παροχή ύδατος για χρήση ύδρευσης. Το σταθερό τέλος αντανακλά τις ελάχιστες λειτουργικές δαπάνες που κρίνονται αναγκαίες για τη διατήρηση των δικτύων παροχής ύδατος σε εκείνο το επίπεδο λειτουργικότητας που διασφαλίζει την αδιάλειπτη παροχή και δεν πρέπει να θίγει τη λειτουργία της ογκομετρικής χρέωσης ως εργαλείου για την ορθολογική χρήση του ύδατος.

Για συγκεκριμένες κατηγορίες χρηστών που προμηθεύονται νερό ανά περίπτωση και όχι σε συνεχή βάση όπως, ενδεικτικά, ο εφοδιασμός πλοίων, επιτρέπεται η τιμολόγηση βάσει σταθερής, χωρίς τη χρήση κλιμακίων, ογκομετρικής χρέωσης ανά κυβικό μέτρο παρεχόμενου ύδατος, χωρίς να θίγεται η λειτουργία της τιμής ως εργαλείου για την ορθολογική χρήση του νερού. Σε περιπτώσεις έργων αναγκαίων για τη σύνδεση νέων περιοχών δύναται να ορίζεται με απόφαση της ΡΑΑΕΥ, έπειτα από εισήγηση του παρόχου, ειδικό σταθερό τέλος σύνδεσης. Στα έργα αυτά δύναται να συμπεριλαμβάνονται έργα κατασκευής νέων δικτύων ή υποδομών καθώς και έργα σημαντικής αναβάθμισης υφιστάμενων δικτύων ή υποδομών.

Για τον υπολογισμό του μεταβλητού τέλους, κάθε πάροχος ορίζει περισσότερες της μίας αύξουσες κλίμακες κατανάλωσης και, αντιστοίχως, αυξανόμενα κλιμάκια τελών ογκομετρικής χρέωσης, προκειμένου να αποτρέπεται η υπερβολική κατανάλωση και να ενθαρρύνεται η ορθολογική χρήση των υδάτινων πόρων. H πρώτη κλίμακα κατανάλωσης αντιστοιχεί στις βασικές ανάγκες διαβίωσης του πληθυσμού. Η ποσότητα που αντιστοιχεί στην πρώτη κλίμακα παρέχεται σε οικονομικά προσιτή τιμή. Για τη λειτουργία των δημόσιων κοινωνικών υποδομών δύναται να καθορίζεται ειδικό τιμολόγιο, όπως και ευνοϊκότερες τιμές για κοινωνικά ευάλωτες ομάδες (πολύτεκνες και τρίτεκνες οικογένειες, ή φυσικά πρόσωπα που εντάσσονται στις κατηγορίες των οικονομικά αδύναμων προσώπων και των ευάλωτων νοικοκυριών ή πελατών).