Του Αλέξανδρου Τάρκα*
Το Μεταναστευτικό αποτελεί τόσο μεγάλο πρόβλημα για την Ελλάδα και, γενικότερα, την Ευρώπη και την ευρύτερη γεωγραφική περιοχή μας, ώστε ουδείς αναμένει από τον πρωθυπουργό Κυριάκο Μητσοτάκη κάποια «μαγική» λύση ταχείας αποτελεσματικότητας.
Άλλωστε, πιστώνεται στον πρωθυπουργό ότι παραδέχτηκε σε τηλεοπτική συνέντευξή του, τον Ιανουάριο του 2020, ότι «άμα με ρωτήσετε αν ήξερα σήμερα, με βάση αυτά τα οποία γνωρίζω τώρα, αν τα γνώριζα πριν από έξι μήνες, θα σας έλεγα ότι δεν θα καταργούσα το υπουργείο Μετανάστευσης» και «εξ ου και έσπευσα να το επανασυστήσω».
Όμως, το ελάχιστο που θα προσδοκούσε κανείς από τον σημερινό ένοικο του Μεγάρου Μαξίμου (ακόμα και μετά τα πλήγματα του 28% στις ευρωεκλογές, των χαμηλότερων ποσοστών στις τρέχουσες δημοσκοπήσεις και την πίεση της εσωκομματικής αντιπολίτευσης) είναι η μη αναπαραγωγή -και στο Μεταναστευτικό- των επικοινωνιακών παιγνίων. Γιατί δεν είναι δυνατόν μετά το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο της 17ης Οκτωβρίου 2024 ο κ. Μητσοτάκης να ισχυρίζεται προς την κοινή γνώμη -κατεξοχήν λανθασμένα- πως «το γεγονός ότι καταφέραμε να πετύχουμε συμφωνία σχετικά με τα συμπεράσματα στο κεφάλαιο του Μεταναστευτικού είναι μια πολύ θετική εξέλιξη».
Μια απλή ανάγνωση στα -διαθέσιμα στο διαδίκτυο- συμπεράσματα δείχνει ότι απλώς επαναλήφθηκαν οι συνήθεις, αόριστες διατυπώσεις, ότι «πρόκειται για ευρωπαϊκή πρόκληση, που απαιτεί ευρωπαϊκή απάντηση», πως ισχύει η στρατηγική προσέγγιση που περιγράφηκε τον Φεβρουάριο του 2023 (σ.σ.: και μάλλον επιδείνωσε το πρόβλημα), καθώς και ότι χρειάζεται «ενισχυμένη συνεργασία με τις χώρες προέλευσης και διέλευσης». Καλείται, δε, η Επιτροπή -όπως έχει διατυπωθεί και παλαιότερα- «να καταθέσει νέα νομοθετική πρόταση για τις επιστροφές».
Μακάρι η πρόεδρος της Κομισιόν, Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, να δικαιώσει και τη συμπληρωματική εκτίμηση του κ. Μητσοτάκη, ότι «η Ευρώπη με αργά, αλλά σταθερά βήματα κινείται προς τη σωστή κατεύθυνση, που εξυπηρετεί σίγουρα τις ελληνικές θέσεις». Ωστόσο, από κανένα στοιχείο δεν προκύπτει ότι οι Βρυξέλλες θέλουν ή μπορούν να δώσουν σύντομα κάποια λύση μαζικών επιστροφών στις χώρες προέλευσης (π.χ. Αφγανιστάν) ή διέλευσης (π.χ. Τουρκία).
Αντίθετα, αρκετά στελέχη της Κομισιόν, πιθανώς επηρεασμένα από το σκεπτικό του Γερμανού καγκελάριου Όλαφ Σολτς, μελετούν διάφορες εκδοχές «πολιτικής επιστροφών», με αυξημένα βάρη για τις χώρες εισόδου (Ελλάδα, Ιταλία κ.α.) και ταυτόχρονες αλλαγές στην πολιτική ασύλου και διακίνησης όσων κατέχουν σχετικά έγγραφα μεταξύ των χωρών-μελών της Ε.Ε.
Ανάμεσα στις πιθανές αναθεωρήσεις της πολιτικής ασύλου περιλαμβάνεται η καταστροφική ιδέα του κ. Σολτς για την επιστροφή 40.000 κατόχων τέτοιων εγγράφων στην Ελλάδα, όπως έχει απαιτήσει από τον κ. Μητσοτάκη ήδη από τον Μάιο του 2022.
Παράλληλα μάλλον η Αθήνα -λόγω των ισορροπιών συμφερόντων των πολύ ισχυρότερων μελών της Ε.Ε.- θα είναι δύσκολο να παρέμβει στις γενικότερες κοινοτικές προτεραιότητες. Έλληνες υπηρεσιακοί παράγοντες αναφέρουν ότι σε προ μηνός συνάντηση των άμεσων συνεργατών των αρχηγών κρατών και κυβερνήσεων των «27» (ανάμεσά τους και η αρμόδια απεσταλμένη του κ. Μητσοτάκη) σχεδόν δεν εξετάστηκαν καν τα προβλήματα στη μεταναστευτική οδό του Αιγαίου. Οι συζητήσεις επικεντρώθηκαν στον ενθουσιασμό για τη μείωση των ροών στην κεντρική Μεσόγειο (χάρη στις παρεμβάσεις του Γάλλου προέδρου Εμ. Μακρόν και της Ιταλίδας πρωθυπουργού Τζ. Μελόνι προς νόμιμες κυβερνήσεις, προσωρινά καθεστώτα ως και πολέμαρχους στη Βόρεια Αφρική) και στην ανησυχία για μαζικά κύματα από την Ουκρανία, με ευθύνη της Μόσχας αλλά και διεφθαρμένων παραγόντων στο Κίεβο.
Το πρόσθετο ανησυχητικό στοιχείο, παρά το κλίμα που καλλιεργείται εν όψει της επίσκεψης του Τούρκου υπουργού Εξωτερικών Χ. Φιντάν στην Αθήνα στις 8 Νοεμβρίου και της πιθανής σύγκλησης του Ανώτατου Συμβουλίου Συνεργασίας το πρώτο δίμηνο του 2025, είναι ότι η Άγκυρα υπονομεύει τη διμερή συνεργασία για το Μεταναστευτικό στο επίπεδο του ΝΑΤΟ. Με το «αθώο» ενδιαφέρον για την ορθή κατανομή δυνάμεων και μέσων της Συμμαχίας, η Άγκυρα προτείνει την κατάργηση της -από το 2016- ναυτικής επιχείρησης αποτροπής του ΝΑΤΟ στο Αιγαίο. Το παραπλανητικό σκεπτικό που προβάλλεται είναι ότι εξέλιπε ο λόγος ύπαρξής της, αφού οι ροές μεταναστών είναι σχεδόν μηδενικές στις περιοχές επιχειρησιακής ευθύνης των συμμαχικών πλοίων. Ασφαλώς, αυτό ισχύει, αλλά επειδή ακριβώς οι διακινητές φοβούνται να αντιμετωπίσουν το ΝΑΤΟ! Αν η Συμμαχία αποχωρήσει, τα κύματα μεταναστών θα επαναληφθούν και -επιπλέον- το κενό θα πρέπει να καλυφτεί από την ελληνική Ακτοφυλακή ή και το Πολεμικό Ναυτικό.
*Εκδότης του περιοδικού «Άμυνα & Διπλωματία» και σύμβουλος ξένων εταιριών μελέτης επιχειρηματικού ρίσκου για τη ΝΑ Ευρώπη